Στο Συμβούλιο Κορυφής της 23ης Οκτωβρίου 2011 αναμένεται να συζητηθεί η ενεργοποίηση του μηχανισμού χρηματοδοτικής στήριξης της Ελλάδος που αποφασίσθηκε τον Ιούλιο του 2011. Αναμένεται, επίσης, να ληφθούν μια σειρά από μέτρα για την θωράκιση των ευρωπαϊκών τραπεζών με πρόσθετα κεφάλαια για να καλυφθούν οι ανάγκες που προκύπτουν από την κρίση δημοσίου χρέους που πλήττει την Ευρωζώνη.
Αναμένεται, συγκεκριμένα, να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο επανα-κεφαλαιοποίησης των τραπεζών με τις εθνικές κυβερνήσεις και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητος (EFSF) να είναι σε ετοιμότητα να παρέμβουν στο βαθμό που οι αγορές δεν θα είναι σε θέση να παράσχουν τα απαιτούμενα κεφάλαια. Η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών βρίσκεται σε σχετικά ικανοποιητικό επίπεδο ακόμη και μετά την απομείωση των κρατικών ομολόγων του ελληνικού δημοσίου κατά 21% στο πλαίσιο της εθελοντικής διακράτησης ομολόγων από τον ιδιωτικό τομέα, όπως αποφασίσθηκε στο Συμβούλιο Κορυφής του Ιουλίου 2011. Ο μέσος όρος του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας core Tier I (μετοχικό κεφάλαιο ως επί το πλείστον) των 4 μεγαλυτέρων ελληνικών τραπεζών βρίσκεται στο 9,3%. Μπορεί, όμως, να προκύψει πρόσθετη ανάγκη για κεφάλαια εάν η απομείωση ελληνικών ομολόγων λόγω της εθελοντικής διακράτησης τους από τον ιδιωτικό τομέα (PSI) αυξηθεί πέραν του 21%, ή εάν η απομείωση δανείων στα χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών αυξηθεί λόγω της ύφεσης, όπως είναι πολύ πιθανόν.
Οι περισσότεροι αναλυτές πιστεύουν ότι τα απαιτούμενα νέα κεφάλαια μπορεί να διαμορφωθούν μεταξύ €100 και €200 δισ., σε μια αγορά όπου η διάθεση για ανάληψη κινδύνων είναι περιορισμένη. Και βεβαίως, οι τράπεζες τα επόμενα χρόνια καλούνται να δημιουργήσουν νέα πρόσθετα αποθεματικά κεφαλαίων στο πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙΙ. Οι αυξημένες αυτές απαιτήσεις, σε συνδυασμό με τις λήξεις τραπεζικών ομολόγων σημαντικού ύψους στην αρχή του νέου έτους, συνηγορούν στην εκτίμηση, ότι αν δεν ληφθούν έγκαιρα τα αναγκαία μέτρα, μπορεί να μειωθούν και πάλι οι διαθέσιμες πιστώσεις στην Ευρώπη. Πολλές τράπεζες σημειώνουν ότι θα βρεθούν αναγκασμένες να μειώσουν τις χορηγήσεις τους σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, πράγμα που αν συμβεί μπορεί να έχει πολύ αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα και στην ανάπτυξη σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες.