Real Estate News NETWORKSOCIALOPINION.GR | INVESTNEWS.GR | PARATIRITIS.GR | PREMIUM.PARATIRITIS.GR

Σχόλια

Οι ξένοι, οι "επενδυτές" και οι υπόλοιποι έλληνες

Στην εγχώριο αγορά ακινήτων, υπάρχουν ταχύτητες δύο κατηγοριών. Τα πολύ καλά ακίνητα που δεν έχουν υποφέρει πολύ από την κρίση και τα δευτερεύοντα που έχουν υποστεί σημαντικές πιέσεις. Η δυναμικότητα του κλάδου όμως είναι ορατή και με εχέγγυα για το μέλλον. Το real estate είναι από τους δυναμικότερους κλάδους, άλλωστε αυτό φάνηκε και με τα δύο μεγάλα deals που εντός κρίσης πραγματοποιήθηκαν σε δύο ελληνικές ΑΕΕΑΠ, κάτι που αξιολογήθηκε ως ψήφος εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα. Tο ενδιαφέρον για το εμπορικό τουλάχιστον κομμάτι της αγοράς έχει αρχίσει να αναζωπυρώνεται, καθώς έστω και λίγες αγοραπωλησίες ακινήτων πραγματοποιούνται. Η ζήτηση των ξένων funds (Καναδοί κ.ά.) ενεργοποίησε τα προηγούμενα χρόνια την ελληνική αγορά. Αν σταθεροποιηθεί η κατάσταση στη χώρα (οικονομικά και πολιτικά) θα πολλαπλασιασθεί το ενδιαφέρον για:

- Τα εμπορικά ακίνητα υψηλής ποιότητας που παρέχουν εγγυήσεις με καλούς ενοικιαστές

- Για τις εταιρίες ΑΕΕΑΠ με υφιστάμενα χαρτοφυλάκια εμπορικών ακινήτων.

- Για ανάπτυξη νέων ή αγορά υφιστάμενων τουριστικών ακινήτων.

Υπάρχουν πολλά ακίνητα που αποτελούν collateral τραπεζικών δανείων, αλλά η διάθεσή τους στην αγορά θα γίνει δυνατή μετά τη διευθέτηση του ζητήματος των «κόκκινων δανείων» των τραπεζών. Στην κατοικία, η κατάσταση είναι πιο δύσκολη. Εκεί, το πρόβλημα ζήτησης είναι μεγαλύτερο. Οι καταναλωτές διστάζουν να αποκτήσουν σπίτι καθώς, αφενός δυσκολεύονται να βρουν στεγαστικό δάνειο, αφετέρου, κατοικία σε τιμές προνομιακές βρίσκει κανείς μόνο σε παλαιά σπίτια ή σε περιοχές πιο υποβαθμισμένες. Οι τιμές στα καινούρια ακίνητα δεν έχουν μειωθεί αντίστοιχα, από τη στιγμή που οι περισσότεροι Ελληνες κατασκευαστές δεν πιέζονται ιδιαίτερα για κάτι τέτοιο – με εξαίρεση τους νέους φόρους- (έχοντας ελάχιστα δάνεια, αρκετή ρευστότητα και χαμηλό stock λόγω της κατανομής του σε μεγάλο αριθμό κατασκευαστών). Συμπεριφορά, η οποία προσομοιάζει με αυτήν των αρχών της δεκαετίας του ' 90, όπου οι κατασκευαστές κλείδωσαν τα ακίνητα που τους ανήκαν, περιμένοντας για τρία χρόνια να αλλάξουν οι συνθήκες.....»

Το τέλος της αγοράς ακινήτων

Η οικονομική κρίση, στη δίνη της οποίας βρίσκεται η Ελλάδα τα πέντε τελευταία χρόνια, κατέρριψε πολλούς μύθους που είχαν καλλιεργηθεί για δεκαετίες. Ο πιο σημαντικός μύθος όμως είναι αυτός που αφορά στην αγορά ακινήτων. Η ρήση σύμφωνα με την οποία "κανείς δεν έχασε αγοράζοντας γη" μεταφέρθηκε από γενιά σε γενιά και σύντομα πήρε χαρακτηριστικά αξιωματικής αλήθειας. Δεν χρειάστηκαν παρά πέντε χρόνια για να πέσουν οι μάσκες και να αποδειχθεί ότι όλα αυτά δεν ήταν τίποτα άλλο παρά αυτοεκπληρούμενες προσδοκίες.

Σε αυτά τα πέντε χρόνια, οι σωρευτικές απώλειες στην αξία των κατοικιών εκτιμάται ότι ξεπερνούν τα 350 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις πιο μετριοπαθείς εκτιμήσεις. Το αδιάθετο απόθεμα νέων κατοικιών υπερβαίνει τις 150.000 νέα σπίτια και εκατοντάδες χιλιάδες μεταχειρισμένα. Η προστιθέμενη αξία του στενού πυρήνα των κατασκευών, μαζί με τις υπόλοιπες δραστηριότητες που εντάσσονται στον τομέα, είχε διαμορφωθεί σε 22,5 δισ. ευρώ ή 11% του ΑΕΠ το 2006. Ωστόσο, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης η προστιθέμενη αξία των κατασκευών είχε υποχωρήσει το 2013 σε 8,1 δισ. ευρώ, (περίπου 4% του ΑΕΠ). Σημαντική ήταν η επίπτωση της κρίσης και στην απασχόληση, η οποία περιλαμβάνει πλήθος ειδικοτήτων και επαγγελμάτων. Συνολικά στον ευρύτερο τομέα των κατασκευών, η απασχόληση διαμορφώθηκε το 2013 σε 287 χιλ. άτομα (8,7% της συνολικής απασχόλησης), έναντι 589 χιλ. το 2008 (13% της συνολικής απασχόλησης).Οι μειωμένες επενδύσεις σε κατοικίες «αφαίρεσαν» από το ΑΕΠ περίπου 1,4 μονάδες ετησίως κατά μέσο όρο ή διαφορετικά η ύφεση θα ήταν κατά 1,4 μονάδες ηπιότερη, αν δεν είχαν μειωθεί οι επενδύσεις σε κατοικίες, γεγονός που καταδεικνύει τη σημαντική συμβολή των κατασκευών στην οικονομία. Εκτιμάται δηλαδή ότι περισσότερο από το 30% της ύφεσης συνδέεται με την πτώση των επενδύσεων στις κατασκευές. Και το μείζον ερώτημα είναι ποιος ευθύνεται. Η υπερβολική σιγουριά των Ελλήνων; Η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνσή; Ή μήπως κάτι άλλο; Το σίγουρο είναι ότι η ελληνική οικονομία πέρασε και άλλες κρίσεις. Μπορεί να ήταν μικρότερης έντασης και διάρκειας, αλλά ταλάνισαν την ελληνική κοινωνία. Σε όλες τις κρίσεις, οι τιμές των κατοικιών είτε παρέμειναν στάσιμες είτε σημείωσαν ονομαστική άνοδο - στις περιόδους υψηλού πληθωρισμού. Αυτή ήταν άλλωστε και η αιτία που δημιουργήθηκε ο μύθος της "ασφαλούς επένδυσης" . Πραγματικά, έχει ενδιαφέρον να εξετάσει και να συγκρίνει κανείς αυτές τις δύο περιόδους της αγοράς προκειμένου να βρει τους πραγματικούς υπεύθυνους της σημερινής κατάρρευσης. Σε έρευνα για την αγορά κατοικίας που έχει γίνει στη διάρκεια της δεκαετίας του '80, είχε προκύψει ότι οι αγορές στο συντριπτικό ποσοστό τους γίνονταν με αυτοχρηματοδότηση. Ένα πολύ μικρότερο ποσοστό των αγορών γίνονταν με δανεικά από το οικογενειακό περιβάλλον και, τέλος, ένας αριθμός κατοικιών περνούσαν στους νέους ιδιοκτήτες από κληρονομιά ή γονική παροχή. Ο τραπεζικός δανεισμός για την αγορά κατοικίας ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτος. Οι πιστωτικοί περιορισμοί σε συνδυασμό με τα αστρονομικά επιτόκια απέτρεπαν τη χρηματοδότηση της αγοράς κατοικίας με αυτόν τον τρόπο. Στην πρώτη δεκαετία του 2000, δηλαδή εκείνη που προηγήθηκε της σημερινής κρίσης, ο τραπεζικός δανεισμός έγινε ο κύριος και αποκλειστικός τρόπος χρηματοδότησης της αγοράς κατοικίας. Στην πραγματικότητα, οι τράπεζες μαζικά -ορισμένες φορές μάλιστα άκριτα, με αμφιλεγόμενες εκτιμήσεις και κάποιες φορές αγνοώντας τις πιστωτικές διατάξεις της Τράπεζας της Ελλάδος με τις οποίες θεσπίζονταν εισοδηματικά κριτήρια- χρηματοδότησαν εκατοντάδες χιλιάδες αγορές ακινήτων. Τα ακίνητα αυτά, όπως φαίνεται σήμερα, αποτέλεσαν τη μαγιά της σημερινής κρίσης, καθώς ο τεράστιος αριθμός τους προκάλεσε την υπερπροσφορά και οδήγησε στην κατάρρευση. Και όμως, κανείς δεν μιλά για τις ευθύνες και κανείς δεν έχει αναδείξει το θέμα των ευθυνών. Το κακό όμως έχει ήδη γίνει και θα έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες. Στην πραγματικότητα, αυτό που έχει γίνει είναι ότι πλέον οι εναλλακτικές λύσεις που έχει ο μέσος Έλληνας για να προστατεύει τον κόπο του εφεξής θα περνούν όλες από τις τράπεζες. Το αραξοβόλι της μεσαίας τάξης. που λειτουργούσε στο παρελθόν εντελώς αυτονομημένα από το τραπεζικό σύστημα κατέρρευσε.

Η επένδυση σε ακίνητα ή σε γη, στο μέλλον θα αποκτά όλο και περισσότερο τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς των χρηματιστηριακών προϊόντων, αφού όπως και οι μετοχές έτσι και τα ακίνητα θα είναι εξίσου ευάλωτα στις διακυμάνσεις της οικονομίας. Υπό το πρίσμα αυτό, η τωρινή κρίση της αγοράς ακινήτων δεν είναι τίποτα άλλο παρά «το τέλος μιας εποχής». Το επόμενο βήμα είναι ότι η ελληνική κοινωνία θα βιώσει -και- τη μείωση των ποσοστών ιδιοκατοίκησης. Οι διακυμάνσεις στις αγορά σε συνδυασμό με την τραπεζική χρηματοδότηση (επιτόκια, ροή χρηματοδότησης, πιστωτικοί περιορισμοί κ.ά.) θα είναι η νέα πραγματικότητα που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσει στο μοντέλο του ιδιοκτήτη υπό προθεσμία και υπό αίρεση. Κοντολογίς, η αγορά κατοικίας, το τελευταίο προπύργιο και καταφύγιο των μικρομεσαίων, έχει ήδη παραδοθεί και πολύ σύντομα θα είναι υπόθεση λίγων...

Ο μύθος που κατέρευσε

Η οικονομική κρίση, στη δίνη της οποίας βρίσκεται η Ελλάδα τα πέντε τελευταία χρόνια, κατέρριψε πολλούς μύθους που είχαν καλλιεργηθεί για δεκαετίες. Ο πιο σημαντικός μύθος όμως είναι αυτός που αφορά στην αγορά ακινήτων. Η ρήση σύμφωνα με την οποία "κανείς δεν έχασε αγοράζοντας γη" μεταφέρθηκε από γενιά σε γενιά και σύντομα πήρε χαρακτηριστικά αξιωματικής αλήθειας. Δεν χρειάστηκαν παρά πέντε χρόνια για να πέσουν οι μάσκες και να αποδειχθεί ότι όλα αυτά δεν ήταν τίποτα άλλο παρά αυτοεκπληρούμενες προσδοκίες. Σε αυτά τα πέντε χρόνια, οι σωρευτικές απώλειες στην αξία των κατοικιών εκτιμάται ότι ξεπερνούν τα 350 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις πιο μετριοπαθείς εκτιμήσεις. Το αδιάθετο απόθεμα νέων κατοικιών υπερβαίνει τις 150.000 νέα σπίτια και εκατοντάδες χιλιάδες μεταχειρισμένα. Η προστιθέμενη αξία του στενού πυρήνα των κατασκευών, μαζί με τις υπόλοιπες δραστηριότητες που εντάσσονται στον τομέα, είχε διαμορφωθεί σε 22,5 δισ. ευρώ ή 11% του ΑΕΠ το 2006. Ωστόσο, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης η προστιθέμενη αξία των κατασκευών είχε υποχωρήσει το 2013 σε 8,1 δισ. ευρώ, (περίπου 4% του ΑΕΠ). Σημαντική ήταν η επίπτωση της κρίσης και στην απασχόληση, η οποία περιλαμβάνει πλήθος ειδικοτήτων και επαγγελμάτων. Συνολικά στον ευρύτερο τομέα των κατασκευών, η απασχόληση διαμορφώθηκε το 2013 σε 287 χιλ. άτομα (8,7% της συνολικής απασχόλησης), έναντι 589 χιλ. το 2008 (13% της συνολικής απασχόλησης).Οι μειωμένες επενδύσεις σε κατοικίες «αφαίρεσαν» από το ΑΕΠ περίπου 1,4 μονάδες ετησίως κατά μέσο όρο ή διαφορετικά η ύφεση θα ήταν κατά 1,4 μονάδες ηπιότερη, αν δεν είχαν μειωθεί οι επενδύσεις σε κατοικίες, γεγονός που καταδεικνύει τη σημαντική συμβολή των κατασκευών στην οικονομία. Εκτιμάται δηλαδή ότι περισσότερο από το 30% της ύφεσης συνδέεται με την πτώση των επενδύσεων στις κατασκευές. Και το μείζον ερώτημα είναι ποιος ευθύνεται. Η υπερβολική σιγουριά των Ελλήνων; Η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνσή; Ή μήπως κάτι άλλο; Το σίγουρο είναι ότι η ελληνική οικονομία πέρασε και άλλες κρίσεις. Μπορεί να ήταν μικρότερης έντασης και διάρκειας, αλλά ταλάνισαν την ελληνική κοινωνία. Σε όλες τις κρίσεις, οι τιμές των κατοικιών είτε παρέμειναν στάσιμες είτε σημείωσαν ονομαστική άνοδο - στις περιόδους υψηλού πληθωρισμού. Αυτή ήταν άλλωστε και η αιτία που δημιουργήθηκε ο μύθος της "ασφαλούς επένδυσης" . Πραγματικά, έχει ενδιαφέρον να εξετάσει και να συγκρίνει κανείς αυτές τις δύο περιόδους της αγοράς προκειμένου να βρει τους πραγματικούς υπεύθυνους της σημερινής κατάρρευσης. Σε έρευνα για την αγορά κατοικίας που έχει γίνει στη διάρκεια της δεκαετίας του '80, είχε προκύψει ότι οι αγορές στο συντριπτικό ποσοστό τους γίνονταν με αυτοχρηματοδότηση. Ένα πολύ μικρότερο ποσοστό των αγορών γίνονταν με δανεικά από το οικογενειακό περιβάλλον και, τέλος, ένας αριθμός κατοικιών περνούσαν στους νέους ιδιοκτήτες από κληρονομιά ή γονική παροχή. Ο τραπεζικός δανεισμός για την αγορά κατοικίας ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτος. Οι πιστωτικοί περιορισμοί σε συνδυασμό με τα αστρονομικά επιτόκια απέτρεπαν τη χρηματοδότηση της αγοράς κατοικίας με αυτόν τον τρόπο. Στην πρώτη δεκαετία του 2000, δηλαδή εκείνη που προηγήθηκε της σημερινής κρίσης, ο τραπεζικός δανεισμός έγινε ο κύριος και αποκλειστικός τρόπος χρηματοδότησης της αγοράς κατοικίας. Στην πραγματικότητα, οι τράπεζες μαζικά -ορισμένες φορές μάλιστα άκριτα, με αμφιλεγόμενες εκτιμήσεις και κάποιες φορές αγνοώντας τις πιστωτικές διατάξεις της Τράπεζας της Ελλάδος με τις οποίες θεσπίζονταν εισοδηματικά κριτήρια- χρηματοδότησαν εκατοντάδες χιλιάδες αγορές ακινήτων. Τα ακίνητα αυτά, όπως φαίνεται σήμερα, αποτέλεσαν τη μαγιά της σημερινής κρίσης, καθώς ο τεράστιος αριθμός τους προκάλεσε την υπερπροσφορά και οδήγησε στην κατάρρευση. Και όμως, κανείς δεν μιλά για τις ευθύνες και κανείς δεν έχει αναδείξει το θέμα των ευθυνών. Το κακό όμως έχει ήδη γίνει και θα έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες. Στην πραγματικότητα, αυτό που έχει γίνει είναι ότι πλέον οι εναλλακτικές λύσεις που έχει ο μέσος Έλληνας για να προστατεύει τον κόπο του εφεξής θα περνούν όλες από τις τράπεζες. Το αραξοβόλι της μεσαίας τάξης. που λειτουργούσε στο παρελθόν εντελώς αυτονομημένα από το τραπεζικό σύστημα κατέρρευσε. Η επένδυση σε ακίνητα ή σε γη, στο μέλλον θα αποκτά όλο και περισσότερο τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς των χρηματιστηριακών προϊόντων, αφού όπως και οι μετοχές έτσι και τα ακίνητα θα είναι εξίσου ευάλωτα στις διακυμάνσεις της οικονομίας. Υπό το πρίσμα αυτό, η τωρινή κρίση της αγοράς ακινήτων δεν είναι τίποτα άλλο παρά «το τέλος μιας εποχής». Το επόμενο βήμα είναι ότι η ελληνική κοινωνία θα βιώσει -και- τη μείωση των ποσοστών ιδιοκατοίκησης. Οι διακυμάνσεις στις αγορά σε συνδυασμό με την τραπεζική χρηματοδότηση (επιτόκια, ροή χρηματοδότησης, πιστωτικοί περιορισμοί κ.ά.) θα είναι η νέα πραγματικότητα που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσει στο μοντέλο του ιδιοκτήτη υπό προθεσμία και υπό αίρεση. Κοντολογίς, η αγορά κατοικίας, το τελευταίο προπύργιο και καταφύγιο των μικρομεσαίων, έχει ήδη παραδοθεί και πολύ σύντομα θα είναι υπόθεση λίγων...

Μαθήματα ανάκαμψης

H έκρηξη της αγοράς κατοικίας κατά την δεκαετία του ΄80 θα πρέπει να αξιολογηθεί κυρίως ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων και στοχευμένων πολιτικών δράσεων που σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο και δευτερευόντως στην χρηματοπιστωτική αγορά που ήταν το βασικό αίτιο της έκρηξης που σημειώθηκε στην διάρκεια της περιόδου 1997-2008. Ιδιαίτερα σημαντικό θα πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι η πορεία των τιμών δεν επηρεάστηκε από την πρόσφορά .

Σύμφωνα με τα στοιχεία των Εθνικών Λογαριασμών ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των επενδύσεων σε κατοικίες ήταν 4% (τιμές του 1970). Το 1990 , όταν δηλαδή το γενικό επίπεδο των τιμών κατοικιών έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών οι επενδύσεις σε κατοικίες ήταν στα υψηλότερα επίπεδα της δεκαετίας. Η παράλληλη αυτή πορεία υποδηλώνει την δυναμική της ζήτησης η οποία απορρόφησε το σύνολο των προσφερόμενων ακινήτων . Με δεδομένο δεν είναι δυνατόν , λογω έλλειψης διαθέσιμων στοιχείων να καταγραφεί με απόλυτους αριθμούς το σύνολο της προσφοράς δεν θα απείχε πολύ από την πραγματικότητα να χρησιμοποιηθεί ο όρος ότι η αγορά κατοικίας την περίοδο 1986 -1990 κινήθηκε σε συνθήκες υπερβάλλουσας ζήτησης που προκλήθηκαν από εξωγενείς παράγοντες.

Αν και η διεθνής βιβλιογραφία αναφέρει ότι η σχέση των τιμών πώλησης των κατοικιών με την αντίστοιχη των τιμών των ενοικίων είναι αντιστρόφως ανάλογη εντούτοις η αγορά κατοικίας της Αττικής δεν φαίνεται να επιβεβαιώνει αυτή την διαπίστωση. Συγκεκριμένα τα στοιχεία της ΕΣΥΕ που καταγράφουν την εξέλιξη των τιμών των ενοικίων (ειδικός δείκτης για τον υπολογισμό του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή ) εμφανίζουν αύξηση των τιμών των ενοικίων που υπερβαίνει το 200%. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι την περίοδο 1986-1990 ο ρυθμός αύξησης των τιμών των ενοικίων σαφώς υπολείπονταν του ρυθμού μεταβολής των τιμών των κατοικιών . Αν και οποιαδήποτε ερμηνεία της συγκεκριμένης συμπεριφοράς είναι παρακινδυνευμένη εντούτοις μπορεί να υποστηριχθεί η άποψη ότι , η έκρηξη της αγοράς κατοικίας την περίοδο 1986-1990 δεν μπορεί να ερμηνευτεί με αμιγώς οικονομικούς όρους .

Αντίθετα πρόκειται για μία συμπεριφορά που συνδέεται με την αναβάθμιση των συνθηκών στέγασης των νοικοκυριών . Η ανάγκη αυτή , είναι απόλυτα συνεπής από την πορεία μεγεθών που καταγράφουν την εξέλιξη της αξίας των περιουσιακών στοιχείων αλλά και του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Η αύξηση του πλούτου σε συνδυασμό με στοχευμένες πολιτικές που επικεντρώνονταν σε ομάδες πληθυσμού κυρίως της μεσαίας τάξης επέτρεψαν την χρηματοδότηση της αγοράς κατοικίας κυρίως με ίδια κεφάλαια και δευτερευόντως με τραπεζικό δανεισμό. Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώνεται και από την μελέτη των στοιχείων που αφορούν τις σχετικές τιμές ανά περιοχή. Συγκεκριμένα η μεταβολή του εύρους της απόκλισης της μέσης τιμής πώλησης της κατοικίας ανά περιοχή από την μέση τιμή του συνόλου της Αττικής αποτελεί ένα ασφαλές εργαλείο προσέγγισης όχι μόνο των συνθηκών ζήτησης για κατοικίες στην κάθε αγορά αλλά και για τυχόν εσωτερικές ανακατατάξεις που σημειώνονται στο σύνολο της αγοράς (κινητικότητα αγοράς). Η συγκεκριμένη μέθοδος προσέγγισης κρίνεται ιδιαίτερα ασφαλής για την ελληνική πραγματικότητα αφού η μελέτη του προβλήματος με βάση την εξέλιξη των δημογραφικών μεγεθών παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα λόγω των ελληνικών ιδιαιτεροτήτων . Για τον σκοπό αυτό η αγορά κατοικίας της Αττικής εντάχθηκε σε τέσσερεις κατηγορίες. Τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν ήταν :

Το επίπεδο των τιμών .

Η εισοδηματική σύνθεση του πληθυσμού.

Η χιλιομετρικές αποστάσεις από περιοχές με έντονη βιομηχανική και βιοτεχνική δραστηριότητα.

Τα ιστορικά χαρακτηριστικά της περιοχής και συγκεκριμένα το χρονικό διάστημα που η περιοχή έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά αγοράς αστικής κατοικίας.

Με βάση τα κριτήρια αυτά προέκυψαν τέσσερεις κατηγορίες περιοχών και συγκεκριμένα:

Προάστια με τιμές κατοικίας να είναι υψηλότερες 10-20% από την μέση τιμή κατοικίας της Αττικής. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει τις περιοχές:Γλυφάδα, Αγία Παρασκευή , Χαλάνδρι και Παλαιό Φάληρο.

Προάστια με τιμές κατοικίας να είναι υψηλότερες 30-60% από την μέση τιμή κατοικίας της Αττικής. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει τις περιοχές Κηφισιά, Παλαιό Ψυχικό και Βουλιαγμένη.

Συνοικίες του κέντρου της Αθήνας με χαρακτηριστικά περιοχής κύριας κατοικίας. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει τις περιοχές : Κυψέλη , Αμπελόκηποι , Παγκράτι, Πατήσια και γειτονιές περί την Αχαρνών (Αγ. Μελετίου, Πλ. Αττικής κα).

Προάστια που βρίσκονται πλησίον βιομηχανικών και βιοτεχνικών ζωνών. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει τις περιοχές : Αιγάλεω, Περιστέρι, Νίκαια και Λιόσια.

Οι μύθοι της αγορά ακινήτων

Όταν οι αγορές μετοχών πάνε προς τα κάτω, οι ιδιόκτητες ευχαριστούν τον Θεό που κατέχουν ακίνητη περιουσία. Αλλά η ακίνητη περιουσία δεν είναι πάντοτε ασφαλές καταφύγιο . Ψάξαμε και βρήκαμε τους μύθους για τις επενδύσεις σε ακίνητη περιουσία

Η ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΕΙΝΑΙ ΜΗΔΕΝΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Αν και τεχνικά αυτό είναι αλήθεια , η ακίνητη περιουσία δεν πρέπει να θεωρείται μια επένδυση που δεν επηρεάζεται απο τις διακυμάνσεις της αγοράς. Μπορεί να χάσετε χρήματα που επενδύσατε σε ακίνητα και αυτό αποδεικνύεται τις δύσκολες μέρες που ζούμε. Μακροπρόθεσμα , οι τάσεις δείχνουν ότι η πορεία των τιμών είναι ανοδική αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η επένδυση σε ακίνητα δεν κρύβει κινδύνους.

Η ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ.

Ο Μ.Π αγόρασε ένα σπίτι το 2002 καταβάλλοντας 180.000 ευρώ το ανακαίνινισε και έμεινε σε αυτό οκτω χρόνια και το πούλησε για 270.000 . Ξέρετε ποιά ήταν η μέση ετήσια αποδοση(αφαιρουμένων του κόστους); Περί το 1,5% ετησίως. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι σε κάποιες χρονικές περιόδους το ακίνητο μπορεί να προσφέρει σημαντικές υπεραξίες αλλά σε κάποιες άλλες να έχει αρνητική απόδοση. Το ζητούμενο είναι πότε αγοράζεις και πότε πουλάς.

ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΠΟΥ ΕΛΕΓΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΕΝΔΥΤΗ

Αν και ο επενδυτής αποφασίζει: που , πόσο και πότε θα αγοράσει και πουλήσει εντούτοις υπάρχουν στοιχεία που δεν μπορεί να ελέγξει. Μπορεί να προβλέψει ότι θα γίνει μία φυσική κατστροφή;ότι ο γείτονας τους ήταν μπλεγμένος με το έγκλημα ή ότι ...

ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΕΥΑΛΛΩΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΜΕΤΟΧΕΣ

Θεωρητικά αυτό είναι σωστό αλλά δεν παύει και η αγορά ακινήτων να εξαρτάται απο πολλούς παράγοντες. Για παράδειγμα η φούσκα των στεγαστικών δανείων. Θέλετε και άλλο παράδειγμα; Η αύξηση της φορολογίας . Σίγουρα η αγορά ακινήτων δεν είναι τόσο ευμετάβλητη όσο η αγορά μετοχών αλλά δεν παύει να επηρεάζεται απο το εξωτερικό περιβάλλον και την οικονομική συγκυρία.

  • Ακίνητα Τραπεζών

Newsletter

Εγγραφείτε στο Newsletter του Realestatenews για να λαμβάνετε καθημερινή ενημέρωση.

Τα Ακίνητα στη Ζωή μας

pomidaani

nomisma_140x60
baner-pontiki