Real Estate News NETWORKSOCIALOPINION.GR | INVESTNEWS.GR | PARATIRITIS.GR | PREMIUM.PARATIRITIS.GR

H ιστορία του Real Estate

Οι χώροι διασκέδασης πριν 80 χρόνια

Η περίοδος του μεσοπολέμου από πολλούς χαρακτηρίζεται από πολλούς ως αυτή που μετέτρεψε την Αθήνα από περιφερειακή πόλη σε πρωτεύουσα. Στην πραγματικότητα μαζί με τους πρόσφυγες ήλθαν στην Ελλάδα και οι πρώτες παρεμβάσεις στην δομή του εμπορίου και της διασκέδασης τα αποτελέσματα των οποίων είναι ορατά μέχρι και σήμερα. Στο εμπόριο πραγματοποιήθηκε η ανάδειξη ενός τρίτου εμπορικού πόλου , μετά την Αιόλου και την Ερμού που ήταν μέχρι την περίοδο εκείνη οι κεντρικοί εμπορικοί πόλοι της Αθήνας. Η κατασκευή του ΜΤΣ ανέδειξε την οδό Σταδίου σε εμπορικό άξονα της πόλης καθώς το συγκεκριμένο κτίριο συνδύαζε την εμπορική δραστηριότητα με την διασκέδαση (θέατρο και κινηματογράφο) σε κτίρια ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Λίγο νοτιότερα , στο Νέο Φάληρο, ξεκίνησε περί το 1925 , να αναπτύσσεται η βιομηχανία της διασκέδασης . Καταλύτης των εξελίξεων ήταν ο ιππόδρομος του Φαλήρου που εγκαινιάσθηκε τη χρονιά αυτή . Στην ίδια περιοχή λειτουργούσε και καζίνο . Πρόκειται για το καζίνο που είχε εγκατασταθεί στο ξενοδοχείο «Ακταίο» , το οποίο χαρακτηρίζονταν ως το πιο κοσμοπολίτικο στέκι της πόλης. Ας σημειωθεί ότι την ίδια εποχή λειτουργούσαν καζίνο στην Ελευσίνα και στον Αγ. Ανδρέα. «Ανταγωνιστής» στη βιομηχανία διασκέδασης ήταν τα ξενοδοχεία σε τουριστικά θέρετρα και λουτροπόλεις όπως το Λουτράκι, Σπέτσες αλλά και η Κηφισιά στην οποία είχαν την πρωτοκαθεδρία το «Σεσίλ» και το «Πεντελικό» . Την ίδια εποχή άρχισαν να αναπτύσσονται ως σημεία καλοκαιρινών διακοπών η Γλυφάδα( η οποία από την εποχή εκείνη συγκέντρωνε τον περισσότερο κόσμο) αλλά και η Βούλα και η Βουλιαγμένη. Την περίοδο αυτή άρχισαν να κτίζονται οι πρώτες πολυκατοικίες οι οποίες στην συνέχεια «έπνιξαν» ολόκληρη τη πόλη. Την ίδια στιγμή στην Αθήνα αλλά και στις συνοικίες της οι παραγκουπόλεις με τις αυθαίρετες κατασκευές τους (κυρίως από ξύλα και χαρτόνια) έδιναν μία πιο ρεαλιστική εικόνα μίας χώρας που μαστίζονταν από την πολιτική κρίση , τις επιπτώσεις από την μικρασιατική καταστροφή και την άνιση κατανομή πλούτου. Αυτό άλλωστε γίνονταν εμφανές στο χώρο της διασκέδασης και της ψυχαγωγίας όπου η μία Αθήνα προτιμούσε τους κινηματογράφους, τα θέατρα ,ι τα δείπνα στα πολυτελή ξενοδοχεία , τα καζίνο και τα καμπαρέ , ενώ η άλλη τις ταβέρνες-παραπήγματα των συνοικιών. Για κάποιους μελετητές τα χρόνια αυτά έκανε τα «πρώτα βήματα» και η συμπεριφορά της μαζικής κατανάλωσης. Η διαδικασία αυτή όμως ολοκληρώθηκε αρκετές δεκαετίες αργότερα με το αστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας.

Μιά ιστορία για την Αθήνα

Γύριστε πίσω περί το 1873. Τότε η μεγαλύτερη ιδιωτική επένδυση που είχε γίνει στην Ελλάδα ξέρετε πιά ήταν; Ένα κτίριο το οποίο το γνωρίζουν όλοι οι έλληνες .Το κτίριο Μελά στην πλατεία Κοτζιά στην καρδιά της Αθήνας. Το 1873 ο μεγαλέμπορος Βασίλειος Μελάς αγόρασε το οικοδομικό τετράγωνο που περικλείεται από τις οδούς Αιόλου, Σοφοκλέους, Στρέιτ και Κρατίνου, στη νοτιοανατολική γωνία της τότε πλατείας Λουδοβίκου (σημερινής πλατείας Δημαρχείου / Κοτζιά) και ανέθεσε στον γνωστό αρχιτέκτονα Ernst Ziller (1837-1923) τη μελέτη οικοδόμησης διώροφου μεγάρου με υπόγειο.. Επρόκειτο για το μεγαλύτερο Αθηναϊκό ιδιωτικό κτίριο της εποχής, του οποίου η ανέγερση κόστισε το υπέρογκο ποσό του 1.000.000 δραχμών. Αν και αναφέρεται αρχικά ως "Grand Hotel d’Αthenes", είναι αμφίβολο αν λειτούργησε ποτέ ως ξενοδοχείο. Το 1881 στεγάστηκε εκεί για ένα μικρό διάστημα το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και αργότερα η Αθηναϊκή Λέσχη (1888-1894). Με τη διαθήκη του το 1883, ο Β. Μελάς είχε ορίσει ότι "την μεγάλην οικίαν μου την επί της πλατείας Λουδοβίκου κειμένην, [...] κληροδοτώ μετά την αποβίωσιν της συζύγου μου, [...] όπως εκ των ετησίων αυτής προσόδων, [...] δαπανώσι προς ίδρυσιν και συντήρησιν νηπιαγωγείων". Μετά τον θάνατο του Β. Μελά (1884) και της συζύγου του (1887), εγκρίθηκε το 1893 με Βασιλικό Διάταγμα το καταστατικό του Νηπιακού Επιμελητηρίου Μελά, για τη διαχείρηση του κληροδοτήματος (το οποίο υπάρχει ακόμη). Το 1897 μια πυρκαγιά προκάλεσε σοβαρές καταστροφές στο μέγαρο, η επισκευή του οποίου ολοκληρώθηκε το 1899 από τον μηχανικό Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη. Το 1909 προστέθηκε τρίτος όροφος προς την πλατεία και την οδό Σοφοκλέους (βάσει μελέτης του αρχιτέκτονα Φιλίππου Οικονόμου), ο οποίος αποπερατώθηκε το 1932 προς τις οδούς Αιόλου και Στρέιτ. Μεταξύ των ετών 1900-1973, στεγάστηκε εκεί το κεντρικό Ταχυδρομείο των Αθηνών. Το κτίριο κηρύχθηκε το 1974 διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού και το 1979 μισθώθηκε από τη Εθνική Τράπεζα, η οποία ανέλαβε, μεταξύ των ετών 1983-1988 (σε συνεργασία με το Νηπιακό Επιμελητήριο Μελά), την αποκατάστασή του στην αρχική του μορφή, με κατεδάφιση της προσθήκης του τρίτου ορόφου (βάσει μελέτης του αρχιτέκτονα Διονύση Βλαχόπουλου).

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ 2200 ετών

Στο δεύτερο ήμισυ του 1ου αι. π.Χ. μια σημαντική αλλαγή που έγινε στην πόλη της Αθήνας ήταν ο μετασχηματισμός της Αρχαίας Αγοράς. Συγκεκριμένα, η πλατεία της Αρχαίας Αγοράς, ο ομφαλός της πολιτικής, πολιτιστικής και εμπορικής ζωής, κατελήφθη από κτήρια. Με την κατάληψη της πλατείας της Αγοράς από κτήρια, οι έμποροι και βιοτέχνες έχασαν μεγάλο ζωτικό χώρο σε μια περίοδο με αυξημένες εμπορικές ανάγκες. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι μετά το 80 π.Χ. συνέρρεαν στην Αθήνα όλο και περισσότεροι έμποροι, γιατί έκλεισε η μεγάλη αγορά της Δήλου . Έτσι, η εμπορική αγορά που ανθούσε για μισή χιλιετία γύρω από την πλατεία της Αρχαίας Αγοράς, μεταφέρθηκε σε νέο χώρο, 80 μ. ανατολικά, όπου χτίστηκε και κτήριο νέου τύπου . Αξιοσημείωτο είναι ότι στο τέλος του 1ου αι. π.Χ. μικρά καταστήματα και κατοικίες στη βόρεια πλευρά της Αρχαίας Αγοράς κατεδαφίστηκαν για να εξασφαλισθεί χώρος για άλλα δημόσια κτήρια. Η ενέργεια αυτή συμπίπτει με την ίδρυση της νέας Αγοράς και δείχνει την τάση να συγκεντρωθούν όλα τα εμπορικά της πόλης σε έναν χώρο και μάλιστα σε ένα κλειστό κτήριο. Δημιουργείται δηλαδή για πρώτη φορά ένα εμπορικό κέντρο με τη σημερινή έννοια του όρου. Όταν το 47 π.Χ. ο Καίσαρ επισκέφθηκε την Αθήνα, φαίνεται ότι είχαν γίνει τα σχέδια και ίσως άρχισε η κατασκευή, η οποία όμως διεκόπη σύντομα λόγω των ρωμαϊκών εμφυλίων αγώνων και της οικονομικής κρίσης που ακολούθησε. Το 19 π.Χ., ο Αύγουστος συμφιλιώθηκε με τους Αθηναίους κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, μετά τη διπλωματική νίκη του κατά των Πάρθων. Τότε, με τη μεσολάβηση του Ευκλή, ιερέα του Απόλλωνα, έδωσε χρήματα για τη νέα αγορά, η οποία είναι γνωστή ως Αγορά του Καίσαρος και του Αυγούστου ή απλώς ως Ρωμαϊκή Αγορά. Η θέση όπου χτίστηκε το νέο κτήριο ήταν η περιοχή την οποία ο αρχαίος γεωγράφος Στράβων ονομάζει Ερέτρια. Χρησιμοποιείτο ως υπαίθρια αγορά, όπως τόσοι άλλοι χώροι στην ευρύτερη περιφέρεια της Αρχαίας Αγοράς. Αυτές οι αγορές δεν είχαν καθορισμένα όρια και ονομάζονταν από το είδος των προϊόντων που πωλούνταν εκεί: ιχθυόπολις, ιματιόπολις, κ.λπ.

Ενα κτίριο με παρελθόν

Ογκώδες και επιβλητικό, χρωματισμένο εξωτερικά με έντονες αποχρώσεις, το Καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν, επιβάλλεται με την παρουσία του, παραμένοντας σημείο αναφοράς στη νέα εικόνα της περιοχής. Σήμερα στον όροφο και σε τμήμα του ισογείου στεγάζει τη βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, ενώ το υπόλοιπο κτήριο με το αίθριο παραμένουν κενά. Ο επισκέπτης δύσκολα θα μαντέψει διαβαίνοντας τα νέα καλογυαλισμένα μαρμάρινα δάπεδα, την αρχική χρήση και την ιστορία του κτηρίου. Μια ιστορία που διαδραματίστηκε σε δύσκολες περιόδους πολέμου και οικονομικής ανέχειας, γεμάτη από τον ιδρώτα καπνεργατών, τις φωνές στρατιωτών, τον πόνο και το φόβο προσφύγων αλλά και φυλακισμένων. Σε μια περιπλάνηση όμως στις άδειες και αχανείς αίθουσες που κάποτε έσφυζαν από ζωή, οι μνήμες του κτηρίου επανέρχονται τόσο από τα μηχανήματα και τα διάσπαρτα μικροαντικείμενα, όσο και από την υγρή μυρωδιά του καπνού που έχει νοτίσει τοίχους και πατώματα, κυριαρχώντας ακόμη και σήμερα. Ανέπαφο έχει παραμείνει το μεγαλύτερο μέρος του ισογείου και των υπόγειων αποθηκών, το αίθριο καθώς και τα γραφεία της Εφορείας Καπνού, κομμάτια του κτηρίου που διατηρούν ακόμη τη γοητεία του και ανασύρουν ιστορίες ξεχασμένες. Εκεί διατηρούνται in situ, στη θέση της λειτουργίας τους, διάφορα μηχανήματα, σαν να τα εγκατέλειψαν ξαφνικά, σχεδόν έτοιμα να ξαναλειτουργήσουν. Ανάμεσα στις διάφορες κοπτικές και σιγαροποιητικές μηχανές, έχουν ανάκατα ριχτεί και ξεχαστεί πλάστιγγες, ξύλινες φόρμες πούρων, αχρησιμοποίητα πακέτα σιγαρέττων, ταινίες φορολογίας και διαφημιστικές αφίσες, κατάλοιπα μιας έντονης βιομηχανικής δραστηριότητας. Σε διπλανό χώρο, βρίσκονται στοιβαγμένα και σκεπασμένα από τη σκόνη και τη λήθη τα αρχεία της Α΄ και Β΄ Εφορείας Καπνού, περιμένοντας και αυτά με τη σειρά τους, κάποιος να τα ανακαλύψει. Ίσως δεν είναι ακόμη αργά, στο πλαίσιο της μελλοντικής επανάχρησης του κτηρίου από τη Βουλή των Ελλήνων , για τη διαχείριση και την αξιοποίηση των στοιχείων που μαρτυρούν την ιστορία του, ώστε να αναδειχθεί το Καπνεργοστάσιο ως μνημείο της νεότερης βιομηχανικής κληρονομιάς, τεκμήριο της αρχιτεκτονικής μνήμης αλλά και της οικονομικής ιστορίας της πόλης. Άλλωστε, το κτήριο έχει χαρακτηριστεί από το 1989 ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο μαζί με τον μηχανολογικό του εξοπλισμό, γιατί «αποτελεί σημαντικό δείγμα βιομηχανικής αρχιτεκτονικής και μαρτυρία που συμβάλλει στην ολοκληρωμένη μελέτη και παρουσίαση της ιστορικής εξέλιξης της καπνοβιομηχανίας στην Ελλάδα ως προς τις συνθήκες παραγωγής, τον τρόπο παραγωγής και επιχειρηματικής οργάνωσης». Ιστορική διαδρομή κτηρίου Το Καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν, το δεύτερο δημόσιο καπνεργοστάσιο της Αθήνας, κτίστηκε από το Ελληνικό Δημόσιο την εποχή που ανθούσε η βιομηχανία κατασκευής σιγαρέττου, για να στεγάσει επιχειρήσεις επεξεργασίας - συσκευασίας καπνού και αποθήκες καπνεμπόρων, αλλά κυρίως για να εξασφαλίσει τον έλεγχο της φορολογίας καπνού. Ο καπνός αποτέλεσε μία από τις σπουδαιότερες καλλιέργειες της ελληνικής υπαίθρου και από την εποχή που φορολογήθηκε, το 1876, υπήρξε πολύτιμη πηγή εσόδων για το ελληνικό κράτος. Άρχισε να κτίζεται το 1928 και ολοκληρώθηκε το 1930. Η απόφαση για την κατασκευή του είχε ληφθεί χρόνια πριν, όταν διαπιστώθηκε ότι το Καπνεργοστάσιο της οδού Αριστοτέλους (1883), το πρώτο δημόσιο καπνεργοστάσιο της πόλης, δεν ικανοποιούσε τις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες της εποχής. Ήδη από το 1902 επιχειρήθηκε η ανέγερση ενός νέου καπνεργοστασίου, το οποίο τελικά δεν κατασκευάστηκε, και η στέγασή του εκτονώθηκε προσωρινά με τις επεκτάσεις του ήδη υπάρχοντος Καπνεργοστασίου. Το θέμα επανήλθε στο προσκήνιο το 1925 με την ψήφιση σχετικού Νομοθετικού Διατάγματος. Το οικόπεδο, συνολικού εμβαδού 9.085 τ.μ., αγοράστηκε στη συνοικία της Κολοκυνθούς το 1927 και ανατέθηκε στους πολιτικούς μηχανικούς Παύλο Αθανασάκη  και Αντώνη Λιγδόπουλο] η εκπόνηση των σχεδίων του. Η έκταση αυτή βρισκόταν στην τότε οδό Κηφισσού, πρώην Κολοκυνθούς και σημερινή Λένορμαν, στη συνοικία της Κολοκυνθού, και σήμερα καταλαμβάνει ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο μεταξύ των οδών Λένορμαν, Αμφιαράου, Λεάνδρου και Κρέοντος. Η ανάγκη για την κατασκευή του έγινε επιτακτική το 1928, μετά την πυρκαγιά που εκδηλώθηκε στο καπνεργοστάσιο της οδού Αριστοτέλους η οποία και το κατάστρεψε ολοκληρωτικά. Η εργολαβία του νέου κτηρίου ανατέθηκε στον πολιτικό μηχανικό Ν. Γαβαλά . Το κτίσμα αποτελείται από τέσσερις πτέρυγες που κατασκευάστηκαν η κάθε μια ξεχωριστά με ενδιάμεσους αρμούς, είναι διώροφο με ημιυπόγειο και στεγάζεται με δώμα. Αναπτύσσεται σε τετράγωνη κάτοψη, διαστάσεων 84,20Χ87,15μ. περιμετρικά γύρω από ένα αίθριο εμβαδού 1100μ2 που καλύπτεται από ένα τζαμωτό στέγαστρο με μεταλλικό σκελετό κατασκευασμένο από την τότε Ελληνική Εταιρία Β.Ι.Ο. Η κάτοψη του κτηρίου σχεδιάστηκε σε απόλυτη συμμετρία, με τους εσωτερικούς κύριους χώρους ενιαίους. Τόσο το ισόγειο, όσο και ο όροφος διέθεταν πατάρια. Ο κατασκευαστικός κάνναβος που πραγματοποιήθηκε, επέτρεψε τις ευέλικτες τροποποιήσεις του κτηρίου ανάλογα με τις διάφορες χρήσεις που φιλοξένησε διαχρονικά. Μορφολογικά διαμορφώθηκε κάτω από το πνεύμα του μοντερνισμού που εκφράστηκε μέσα από μια «πουριστική» φυσιογνωμία και λιτό διάκοσμο. Οι όψεις του οργανώνονται με γραμμική συνέχεια των ανοιγμάτων, στα περισσότερα των οποίων χρησιμοποιήθηκε η χαρακτηριστική για την εποχή τριπλή διάταξη. Ενδιάμεσα των ανοιγμάτων, οι παραστάδες που διατρέχουν αδιάσπαστες τους ορόφους τονίζουν την κατακόρυφη ανάπτυξη. Η στέψη του κτηρίου διαμορφώνεται με φαρδύ γείσο και στηθαίο. Κατασκευαστικά, το κτήριο ακολούθησε το πνεύμα της εποχής με τη χρησιμοποίηση σκελετού από οπλισμένο σκυρόδεμα γεγονός που επέτρεψε την υπεροχή των ανοιγμάτων σε βάρος της τοιχοποιίας. Στο ισόγειο εγκαταστάθηκαν βιομηχανίες κοπής και συσκευασίας καπνού, η διεύθυνση και το τελωνείο. Στον όροφο τοποθετήθηκαν βιομηχανίες παραγωγής τσιγάρων και πούρων, ενώ λειτουργούσαν παράλληλα δύο αίθουσες εστιατορίου για τους εργαζόμενους. Το υπόγειο χρησιμοποιήθηκε ως χώρος αποθήκευσης καπνού, με τη διαμόρφωση 14 ανεξάρτητων αποθηκών που είχαν πρόσβαση από τον περιφερειακό περίβολο του κτηρίου. Στο δώμα είχε προβλεφθεί κατοικία για τον φύλακα του κτηρίου, στην οποία εγκαταστάθηκαν τελικά από το 1951 οι οικογένειες των διευθυντών της Εφορίας Καπνού. Στο χώρο του Καπνεργοστασίου Αθηνών συστεγάστηκαν με την έναρξη της λειτουργίας του το 1930, περί τις 25 συνολικά μικρές καπνοβιομηχανίες, οι τελευταίες από τις οποίες αποχώρησαν στις αρχές του δεκαετίας του 1990. Σχετικά γρήγορα όμως, με την επικράτηση των ιδιωτικών καπνεργοστασίων και του μηχανοποίητου σιγαρέττου, μειώθηκε η ζήτηση των χώρων του κτηρίου, γεγονός που οδήγησε στην υπολειτουργία του και στην εισαγωγή νέων χρήσεων. Από το χώρο του Καπνεργοστασίου, σχεδόν το ¼ του κτηρίου, παραχωρήθηκε από το 1938 και επί σειρά ετών στη Στρατιωτική Υπηρεσία Αθηνών, η οποία στέγασε ανάλογα με τις ανάγκες κάθε εποχής την Υγειονομική Υπηρεσία Στρατού, τη Στρατιωτική Καπνοβιομηχανία, στρατιωτικές φυλακές (1945-46), κατοικίες προσφύγων από τη Ρουμανία (1952) κ.ά. Η Στρατιωτική Υπηρεσία θα αποχωρήσει οριστικά τον Ιούλιο του 1963, αλλά και πάλι μεγάλο μέρος του κτηρίου θα διατεθεί σε διάφορες υπηρεσίες του Δημοσίου, άσχετες με την καπνική χρήση, όπως υπηρεσίες της Προεδρίας της Κυβερνήσεως, του Υπουργείου Οικονομικών και της Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδος. Το κτήριο διατηρήθηκε διαχρονικά σε καλή κατάσταση. Οι φθορές που προκλήθηκαν από τη λεηλασία του μετά την αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων κατοχής, από τους εξαγριωμένους πολίτες καθώς και από το βομβαρδισμό του από την εγγλέζικη αεροπορία κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, ήταν σχετικά μικρές και αποκαταστάθηκαν γρήγορα. Σταδιακή ανακαίνιση του κτηρίου πραγματοποιήθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων το 2000, στην οποία περιλαμβάνονταν εργασίες ενίσχυσης του φέροντος οργανισμού, αποκατάστασης των όψεων και των εσωτερικών χώρων των ορόφων.

ΠΗΓΗ : MONUNENTA.org

Σπίτι ηλικίας 11.010 ετών!!!

Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στην επιφάνεια το αρχιαότερο σπίτι της Βρετανίας. Το κυκλικό οικοδόμημα , που βρέθηκε σε μια τοποθεσία κοντά στο Scarborough , North Yorkshire , έχει χρονολογηθεί στο 8.500 π.Χ. - καθιστώντας το 500 χρόνια παλαιότερο από το προηγούμενο παλαιότερο σπίτι .

  • Ακίνητα Τραπεζών

Τα Ακίνητα στη Ζωή μας

pomidaani

nomisma_140x60
baner-pontiki