Real Estate News NETWORKSOCIALOPINION.GR | INVESTNEWS.GR | PARATIRITIS.GR | PREMIUM.PARATIRITIS.GR

H ιστορία του Real Estate

Μία αγορά που ...γερνάει

Την πληθυσμιακή εξέλιξη στον ελλαδικό χώρο, στο ρου της ιστορίας, μελέτησαν ερευνητές  σκιαγραφώντας την εικόνα και την κατανομή του πληθυσμού, από το 1828 έως τις μέρες μας. Η μελέτη αυτή είναι ιδιαίτερα χρήσιμη αφού αποτυπώνεται αλλά και ερμηνεύεται η έκρηξη της αγοράς κατοικίας των τελευταίων δεκαετιών καθώς και οι προοπτικές της αγορά ακινήτων. Στη διάρκεια της περιόδου 1830-1947, η χώρα μεγεθύνεται ενσωµατώνοντας, αφενός µεν εδάφη και πληθυσµούς, αφετέρου δε υποδεχόµενη τµήµατα του ελληνισµού που επανέρχονται στη µητέρα-πατρίδα. Η Ελλάδα, όµως, των "τριών ηπείρων και πέντε θαλασσών", την επαύριο του δευτέρου παγκοσµίου πόλεµου είναι µια µικρή χώρα της Ν.Α Ευρώπης που στα 132.000 Κm2 συγκεντρώνει µόλις 7,5 εκατοµµύρια ψυχές. Στην ίδρυσή του (1828) το Ελληνικό κράτος, περιορίζεται στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και τις Κυκλάδες (47.000 Κm2, 753 χιλ κάτοικοι, 15,9 κατ/ Κm2), ενώ µια εικοσιπενταετία αργότερα (1864), µε την ενσωµάτωση των Ιονίων Νήσων, ο πληθυσµός της χώρας µας θα ανέλθει σε 1,365 εκ. (27,19 κατ/Κm2). Με την ενσωµάτωση της Άρτας και της Θεσσαλίας (1881), ο πληθυσµός της Ελλάδας αυξάνεται ακόµη περισσότερο, ξεπερνώντας για πρώτη φορά τα 2 εκατοµµύρια. Η χώρα µας βγαίνει από τους Βαλκανικούς Πολέµους σηµαντικά ενισχυµένη εδαφικά και δηµογραφικά: έχει διπλασιάσει την έκτασή της (121 Κm2) και υπερδιπλασιάσει τον πληθυσµό της (4,775 εκ.). Την προσωρινή προσάρτηση του συνόλου της Θράκης και των νήσων Ίµβρου και Τενέδου (1919-1920) θα ακολουθήσει η συνθήκη της Λωζάννης, η οποία θα επιτρέψει µεν την οριστική ενσωµάτωση της Δυτικής Θράκης, αλλά θα οδηγήσει στη µαζική ανταλλαγή των πληθυσµών ως επακόλουθο της Μικρασιατικής καταστροφής και στη σηµαντική αύξηση του πληθυσµού µας ανάµεσα στο 1920 και το 1928 (από 5,5 σε 6,2 εκ. -44,8 κατ/ Κm2). Την παραµονή της σύγκρουσης (1940), ο πληθυσµός της Ελλάδας ανέρχεται πλέον σε 7,34 εκατοµµύρια, ενώ οι απώλειες του πολέµου που θα ακολουθήσει8 θα υπερκαλυφθούν µε την προσάρτηση των Δωδεκανήσων, µε αποτέλεσµα, το 1947, λίγο πριν από την εµφύλια σύγκρουση, η χώρα µας στα οριστικά πλέον σύνορά της -132.000 Κm2- να συγκεντρώνει 7,563 εκατοµ. Κατοίκους (57,3 κατ/ Κm2). Έκτοτε, οι όποιες µεταβολές στο µέγεθος του πληθυσµού οφείλονται αποκλειστικά στη διαφορά ανάµεσα στα φυσικά ισοζύγια (γεννήσεις-θάνατοι) και τα µεταναστευτικά ισοζύγια (έξοδοι- είσοδοι). Ο πληθυσµός της Ελλάδας συνεχίζει να αυξάνεται απρόσκοπτα το δεύτερο ήµισυ του 20ου αιώνα, αν και µε σαφώς διαφοροποιηµένους ρυθµούς, οι οποίοι αποτυπώνουν το διαφοροποιηµένο "παίγνιο" ανάµεσα στο φυσικό και το µεταναστευτικό ισοζύγιο. Έτσι, στις δύο πρώτες µεταπολεµικές δεκαετίες, που χαρακτηρίζονται από σχετικά υψηλά θετικά φυσικά ισοζύγια (σηµαντικό πλεόνασµα των γεννήσεων έναντι των θανάτων κατ' έτος, αντιστοίχων του µεσοπολέµου), η έντονη εξωτερική µετανάστευση, προς τις υπερωκεάνιες χώρες αρχικά και εν συνεχεία -µέχρι και το 1973- προς τη Δυτική Ευρώπη, παίζει αρνητικό ρόλο, προκαλώντας την πτώση των µέσων ετήσιων ρυθµών µεταβολής. Στη µεταβατική περίοδο 1971-1981, το φυσικό ισοζύγιο συρρικνώνεται µεν, αλλά ταυτόχρονα έχουµε, αφενός μεν ένα σηµαντικό κύµα παλιννόστησης µεταναστών της προηγούµενης περιόδου, αφετέρου δε την ανακοπή των µεταναστευτικών εξόδων, µε αποτέλεσµα, στο βαθµό που τα δύο ισοζυγία έχουν θετικό πρόσηµο, τη σηµαντική αύξηση του πληθυσµού της χώρας µας (+970.000). Ο µέσος ετήσιος ρυθµός µεταβολής ανάµεσα στο 1971 και το 1981 "αγγίζει" το 10‰, και πιθανότατα να είναι και η τελευταία φορά που η χώρα µας θα καταγράψει µια τέτοια θετική πληθυσµιακή µεταβολή. Μετά το 1981, το φυσικό ισοζύγιο τείνει να µηδενισθεί (πτώση της γεννητικότητας και αύξηση της θνησιµότητας εξαιτίας της γήρανσης, µε αποτέλεσµα η όποια αύξηση του πληθυσµού της χώρας µας µετά το 2000 να οφείλεται πλέον στα θετικά µεταναστευτικά ισοζύγια). Τα ισοζύγια αυτά θα παραµείνουν πιθανότατα θετικά τις επόµενες δεκαετίες, στο βαθµό που η χώρα µας προοδευτικά, από τα µέσα του 1980, από χώρα εξόδου µετατρέπεται σε χώρα εισόδου µεταναστών.

 

Που πήγε η ακίνητη περιουσία του Ωνάση

Eνα ιστορικό ακίνητο, στο οποίο έχουν γραφτεί σημαντικές σελίδες της ζωής της οικογένειας Ωνάση, , έχει βγει στο σφυρί εδώ και πολύ καιρό αλλά παραμένει στα... αζήτητα. Ο λόγος για ένα οικόπεδο 3,5 στρεμμάτων στη Γλυφάδα, δίπλα στη θάλασσα και κοντά στο φημισμένο Γκολφ της περιοχής, σε μια από τις ακριβότερες περιοχές της χώρας. Στο ακίνητο αυτό υπήρχε μέχρι πριν από λίγα χρόνια ένα από τα σπίτια της οικογένειας Ωνάση, το οποίο δυστυχώς γκρεμίστηκε από τον επόμενο ιδιοκτήτη του . Το οικόπεδο πουλήθηκε από την εγγονή του Αθηνά πριν από μία πενταετία, άλλαξε δύο φορές χέρια για να καταλήξει σήμερα να πωλείται εκ νέου μέσω της εταιρείας ακινήτων Sotheby's International Realty, η οποία δραστηριοποιείται στις αγοραπωλησίες πολυτελών και ακριβών ακινήτων.

Οι φήμες έλεγαν ότι στο παρελθόν η Αθηνά Ωνάση ήθελε να χτίσει στο οικόπεδο της Γλυφάδας μια πολυτελή βίλα στην οποία θα μένει όταν επισκέπτεται την Ελλάδα με τον σύζυγό της Αλβάρο Αλφόνσο ντε Μιράντα Νέτο. Μάλιστα, στους κοσμικούς κύκλους και στο περιβάλλον της χρυσής κληρονόμου κυκλοφορούσε η πληροφορία ότι εκείνη ήθελε να δεθεί περισσότερο με την πατρίδα του παππού της και της μητέρας της. Ξαφνικά η πάμπλουτη εγγονή του Αριστοτέλη Ωνάση αλλάζει γνώμη και αποκόβεται πλήρως από την Ελλάδα βάζοντας παράλληλα σε εφαρμογή το σχέδιό της για ξεπούλημα της περιουσίας που διαθέτει στη χώρα μας. Λέγεται ότι είχε πει πως θα αρχίσει να πουλάει τα ακίνητα του παππού της όταν θα πέθαινε η αγαπημένη της θεία, Καλλιόπη Πατρονικόλα, κάτι που έγινε από το 2007 και μετά. Η αρχή έγινε με το οικόπεδο στη Γλυφάδα το οποίο αντί να «ξαναζήσει» για λογαριασμό της Αθηνάς, πουλήθηκε σε άγνωστο αγοραστή και σήμερα ξαναπροσφέρεται χωρίς, όμως, επιτυχία.

Εναν χρόνο πριν η Αθηνά Ωνάση πούλησε τον Σκορπιό και τη Σπάρτη, τα δύο νησιά στο Ιόνιο, στον Ρώσο ολιγάρχη, Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ. Τα 120 εκατ. ευρώ είναι μεν σημαντικό ποσό, ωστόσο, όπως λένε όσοι γνώριζαν την αγάπη του Αριστοτέλη Ωνάση για τον επίγειο παράδεισο που έφτιαξε, είναι ελάχιστα. Η Αθηνά επιλέγει να ξεκόψει οριστικά από τη χώρα μας και να γλιτώσει και τα έξοδα συντήρησης του νησιού που λέγεται ότι έφταναν το 1,5 εκατ. ευρώ ετησίως. Πωλητήριο μπήκε το 2010 και σε μια μοναδική έκταση 160 στρεμμάτων στα μαγευτικά Σύβοτα. Η Αθηνά Ωνάση λέγεται ότι πήρε περί τα 5 εκατ. ευρώ από τον διάσημο μόδιστρο Τζόρτζιο Αρμάνι. Επίσης, νωρίτερα, το 2006 είχε αποφασίσει να πουλήσει το ρετιρέ στην Αβενί Φος του Παρισιού, στο οποίο είχε μείνει ο Ωνάσης με την Κάλλας, όπως και τη βίλα Cristal στο Σεν Μόριτς της Ελβετίας, μαζί με πίνακες και κοσμήματα της μητέρας της για το οποίο πήρε περί τα 10 εκατ. ευρώ. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι η χρυσή κληρονόμος της δυναστείας Ωνάση διαθέτει οικόπεδα εκατοντάδων στρεμμάτων, σε περιοχές-φιλέτα, σε κοσμοπολίτικα νησιά σε Κυκλάδες, Ιόνιο, Δωδεκάνησα και Κρήτη.

Και διηγώντας τα να κλαίς

Την περίοδο 1980-1990 το γενικό επίπεδο των τιμων κατοικιών στο νομό Αττικής υπερτριπλασιάστηκε . Σημαντική επιτάχυνση στο ρυθμό αύξησης των τιμών σημειώθηκε την περίοδο 1987-1990 καθώς καταγράφηκε διπλασιασμός του επιπέδου τιμών. Η δεκαετία μπορεί να υποδιαιρεθεί σε τρείς περιόδους και συγκεκριμένα:

1980-1983 .

Ο γενικός δείκτης τιμών κατοικιών στην Αττική κατέγραψε μεταβολή 33,5%. Την τριετία αυτή καταγράφηκε στασιμότητα του γενικού επιπέδου τιμών σε τρέχουσες τιμές (σημαντική υποχώρηση των αποπληθωρισμένων τιμών). Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε από υψηλές πληθωριστικές πιέσεις και από ένα ασταθές πλαίσιο οικονομικής πολιτικής όσο αφορά την επιχειρηματικότητα και την ιδιοκτησία.

1984-1987.

Ο γενικός δείκτης τιμών κατέγραψε σωρευτική άνοδο της τάξης του 30% περίπου . Όπως προκύπτει από την την εξέλιξη του γενικού δείκτη το 1984 καταγράφηκε αύξηση περί το 7,5% , το 1985 ο ρυθμός μεταβολής επιβραδύνθηκε στο 6,2% που συνεχίσθηκε και το 1987 (3,2%) και το 1987 (χρονιά που ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα σταθεροποίησης) ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του γενικού επιπέδου τιμών κινήθεικε στα επίπεδα του 10%. Προκειμένου να ερμηνευτεί η επιτάχυνση του ρυθμού μεταβολής κατά το 1987 θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η αλλαγή στην οικονομική πολιτική με σαφή πρόθεση την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας όσο και η εφαρμογή πιο επιθετική συναλλαγματικής πολιτικής που είχε ως συνέπεια την αύξηση της εισροής κεφαλαίων από το εξωτερικό για αγορά ακινήτων. Ενδεικτικό θα πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι το 1987 η εισροή κεφαλαίων για επενδύσεις σε ακίνητα έφτασε στα 675 εκατ. δραχμές έναντι 463 εκατ. δραχμών το 1986 (αύξηση 45,9%). Παράλληλα , η εγχωρια ζήτηση κατέγραψε αύξηση η οποία αποδίδεται σε φορολογικές παρεμβάσεις αλλά και στην επεταχυνση του κρατικού προγράμματος χρηματοδότησης της στεγαστικής πίστης. 1988-1990.

Ο γενικός δείκτης τιμών κατέγραψε σωρευτική άνοδο της τάξης του 205%. ¨Όπως προκύπτει από την εξέλιξη του γενικού δείκτη το 1988 σημειώθηκε αύξηση της τάξης του 177 %, το 1989 η αύξηση του γενικού δείκτη επιβραδύνθηκε στα επίπεδα του 26% , ενώ το 1990 η αυξηση του γενικού επιπέδου τιμών κινήθηκε στα επίπεδα του 20% περίπου.

ΑΘΗΝΑ: Παιγνίδια με το real estate και τον19ο αιώνα

Ο πρώτος πολεοδομικός χάρτης των Αθηνών εκπονήθηκε από τους αρχιτέκτονες Κλεάνθη και Schaubert. Το σχέδιο αυτό δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ γιατί μετά τις πρώτες χαράξεις οι Αθηναίοι συνειδητοποιούν ότι οι ιδιοκτησίες τους δεσμεύονται και τα στενά τους συμφέροντα βλάπτονται. Έτσι, αντιδρούν δυναμικά και η πολεμική που υιοθετούν, σε συνδυασμό με την οικονομική αδυναμία του κράτους για την αντιμετώπιση των εκτεταμένων απαλλοτριώσεων, προκαλούν την αναστολή της εφαρμογής του. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1834, εγκρίνεται το νέο πολεοδομικό σχέδιο του Klenze το οποίο έχει ως βάση το πρώτο που εκπονήθηκε από τους Κλεάνθη και Schaubert, με σημαντικές ωστόσο τροποποιήσεις ως προς τα πλάτη των οδών, το πλήθος και το μέγεθος των ελεύθερων χώρων, την έκταση της αρχαιολογικής ζώνης. Και αυτό όμως δεν εφαρμόστηκε στην ολότητά του (ενδεικτικά αναφέρονται: η αλλαγή θέσης των Ανακτόρων και η μεταφορά από τον Κεραμεικό στον άξονα της Ερμού, η δημιουργία της Πλατείας Συντάγματος, η χάραξη της Λεωφ. Αμαλίας, κ.λπ.). Την περίοδο αυτή λοιπόν αρχίζουν να κτίζονται τα πρώτα δημόσια κτήρια. Ενδεικτικά αναφέρονται:

* Στο διάστημα 1834-1835: Οι Βασιλικοί Στάβλοι, το Νομισματοκοπείο στην Κλαυθμώνος, το Βασιλικό Τυπογραφείο (Αρσάκη και Σανταρόζα).

* Στο έτος 1836: Τα Βασιλικά Ανάκτορα, το Στρατιωτικό Νοσοκομείο (Μακρυγιάννη και Διονυσίου Αρεοπαγίτου), το Πολιτικό Νοσοκομείο στην Ακαδημίας.

* Στη συνέχεια: Το Πανεπιστήμιο (1839), το Οφθαλμιατρείο (1847), η Στρατιωτική Φαρμακαποθήκη (1850), το Αστεροσκοπείο (1843).

Παράλληλα, οικοδομήθηκαν την περίοδο αυτή από πλούσιους ομογενείς, τα οποία ακόμα και σήμερα θεωρούνται από τα πρώτα αρχιτεκτονικά μνημεία της πόλης. Ενδεικτικά αναφέρονται: Αρσάκειο (1846), Βαρβάκειο Λύκειο (1857), Μετσόβειο Πολυτεχνείο (1862), Ζάππειο Μέγαρο (1874). 4. Η Παλαιά Βουλή 5. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.Επίσης κτίστηκαν  τρεις σημαντικές εκκλησίες:  Μητρόπολη των Αθηνών (1842-1862), Καθολική Εκκλησία (1853), Αγγλικανική Εκκλησία (1838). Τέλος, στην πόλη δεσπόζουν –μαζί με τα δημόσια κτήρια– και οι ιδιωτικές κατοικίες πλουσίων Αθηναίων. Έτσι, εμφανίζονται οι πρώτες επαύλεις, με σχέδια επηρεασμένα από τη δυτική αρχιτεκτονική αλλά και έντονα νεοκλασικά στοιχεία, κυρίως στο κέντρο της πόλης γύρω από τα ανάκτορα, αλλά και πιο έξω, στα θεωρούμενα αριστοκρατικά προάστια. Παράλληλα, πρέπει να σημειωθεί μια έντονη οικοδομική δραστηριότητα και στην περιφέρεια. Πρόκειται για την ανέγερση μονώροφων και διώροφων κατοικιών οι οποίες στεγάζουν ευρύτερα λαϊκά στρώματα και κτίζονται σύμφωνα με χαρακτηριστική τυπολογία, έχουν αυλή και χαγιάτι στον όροφο, μερικές φορές μάλιστα παρουσιάζουν κάποιες νεοκλασικές επιρροές.

ΚΑΤΟΙΚΙΑ : Η έκρηξη της δεκαετίας του ΄80

H έκρηξη της αγοράς κατοικίας κατά την δεκαετία του ΄80 θα πρέπει να αξιολογηθεί κυρίως ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων και στοχευμένων πολιτικών δράσεων που σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο και δευτερευόντως στην χρηματοπιστωτική αγορά που ήταν το βασικό αίτιο της έκρηξης που σημειώθηκε στην διάρκεια της περιόδου 1997-2008. Ιδιαίτερα σημαντικό θα πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι η πορεία των τιμών δεν επηρεάστηκε από την πρόσφορά . Σύμφωνα με τα στοιχεία των Εθνικών Λογαριασμών ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των επενδύσεων σε κατοικίες ήταν 4% (τιμές του 1970). Το 1990 , όταν δηλαδή το γενικό επίπεδο των τιμών κατοικιών έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών οι επενδύσεις σε κατοικίες ήταν στα υψηλότερα επίπεδα της δεκαετίας. Η παράλληλη αυτή πορεία υποδηλώνει την δυναμική της ζήτησης η οποία απορρόφησε το σύνολο των προσφερόμενων ακινήτων . Με δεδομένο δεν είναι δυνατόν , λογω έλλειψης διαθέσιμων στοιχείων να καταγραφεί με απόλυτους αριθμούς το σύνολο της προσφοράς δεν θα απείχε πολύ από την πραγματικότητα να χρησιμοποιηθεί ο όρος ότι η αγορά κατοικίας την περίοδο 1986 -1990 κινήθηκε σε συνθήκες υπερβάλλουσας ζήτησης που προκλήθηκαν από εξωγενείς παράγοντες. Αν και η διεθνής βιβλιογραφία αναφέρει ότι η σχέση των τιμών πώλησης των κατοικιών με την αντίστοιχη των τιμών των ενοικίων είναι αντιστρόφως ανάλογη εντούτοις η αγορά κατοικίας της Αττικής δεν φαίνεται να επιβεβαιώνει αυτή την διαπίστωση. Συγκεκριμένα τα στοιχεία της ΕΣΥΕ που καταγράφουν την εξέλιξη των τιμών των ενοικίων (ειδικός δείκτης για τον υπολογισμό του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή ) εμφανίζουν αύξηση των τιμών των ενοικίων που υπερβαίνει το 200%. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι την περίοδο 1986-1990 ο ρυθμός αύξησης των τιμών των ενοικίων σαφώς υπολείπονταν του ρυθμού μεταβολής των τιμών των κατοικιών . Αν και οποιαδήποτε ερμηνεία της συγκεκριμένης συμπεριφοράς είναι παρακινδυνευμένη εντούτοις μπορεί να υποστηριχθεί η άποψη ότι , η έκρηξη της αγοράς κατοικίας την περίοδο 1986-1990 δεν μπορεί να ερμηνευτεί με αμιγώς οικονομικούς όρους . Αντίθετα πρόκειται για μία συμπεριφορά που συνδέεται με την αναβάθμιση των συνθηκών στέγασης των νοικοκυριών . Η ανάγκη αυτή , είναι απόλυτα συνεπής από την πορεία μεγεθών που καταγράφουν την εξέλιξη της αξίας των περιουσιακών στοιχείων αλλά και του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Η αύξηση του πλούτου σε συνδυασμό με στοχευμένες πολιτικές που επικεντρώνονταν σε ομάδες πληθυσμού κυρίως της μεσαίας τάξης επέτρεψαν την χρηματοδότηση της αγοράς κατοικίας κυρίως με ίδια κεφάλαια και δευτερευόντως με τραπεζικό δανεισμό. Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώνεται και από την μελέτη των στοιχείων που αφορούν τις σχετικές τιμές ανά περιοχή. Συγκεκριμένα η μεταβολή του εύρους της απόκλισης της μέσης τιμής πώλησης της κατοικίας ανά περιοχή από την μέση τιμή του συνόλου της Αττικής αποτελεί ένα ασφαλές εργαλείο προσέγγισης όχι μόνο των συνθηκών ζήτησης για κατοικίες στην κάθε αγορά αλλά και για τυχόν εσωτερικές ανακατατάξεις που σημειώνονται στο σύνολο της αγοράς (κινητικότητα αγοράς). Η συγκεκριμένη μέθοδος προσέγγισης κρίνεται ιδιαίτερα ασφαλής για την ελληνική πραγματικότητα αφού η μελέτη του προβλήματος με βάση την εξέλιξη των δημογραφικών μεγεθών παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα λόγω των ελληνικών ιδιαιτεροτήτων . Για τον σκοπό αυτό η αγορά κατοικίας της Αττικής εντάχθηκε σε τέσσερεις κατηγορίες. Τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν ήταν :

-Το επίπεδο των τιμών .

-Η εισοδηματική σύνθεση του πληθυσμού.

-Η χιλιομετρικές αποστάσεις από περιοχές με έντονη βιομηχανική και βιοτεχνική δραστηριότητα.

-Τα ιστορικά χαρακτηριστικά της περιοχής και συγκεκριμένα το χρονικό διάστημα που η περιοχή έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά αγοράς αστικής κατοικίας.

Με βάση τα κριτήρια αυτά προέκυψαν τέσσερεις κατηγορίες περιοχών και συγκεκριμένα:

-Προάστια με τιμές κατοικίας να είναι υψηλότερες 10-20% από την μέση τιμή κατοικίας της Αττικής. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει τις περιοχές:Γλυφάδα, Αγία Παρασκευή , Χαλάνδρι και Παλαιό Φάληρο.

-Προάστια με τιμές κατοικίας να είναι υψηλότερες 30-60% από την μέση τιμή κατοικίας της Αττικής. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει τις περιοχές Κηφισιά, Παλαιό Ψυχικό και Βουλιαγμένη.

-Συνοικίες του κέντρου της Αθήνας με χαρακτηριστικά περιοχής κύριας κατοικίας. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει τις περιοχές : Κυψέλη , Αμπελόκηποι , Παγκράτι, Πατήσια και γειτονιές περί την Αχαρνών (Αγ. Μελετίου, Πλ. Αττικής κα).

-Προάστια που βρίσκονται πλησίον βιομηχανικών και βιοτεχνικών ζωνών. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει τις περιοχές : Αιγάλεω, Περιστέρι, Νίκαια και Λιόσια.

ΠΗΓΗ : Αποσπασμα απο μελέτη της PROPERTY LTD , "Η ΑΓΟΡΑ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ 1980-2010". Για το πλήρες κείμενο επικοινωνήστε με το www.reaestatenews.gr

  • Ακίνητα Τραπεζών

Τα Ακίνητα στη Ζωή μας

pomidaani

nomisma_140x60
baner-pontiki